- περικειμένη
- περίκειμαιlie round aboutperf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)περίκειμαιlie round aboutpres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περικειμένῃ — περίκειμαι lie round about perf part mp fem dat sg (attic epic ionic) περίκειμαι lie round about pres part mp fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
облоужениѥ — ОБЛОУЖЕНИ|Ѥ (1*), ˫А с. Ухищрение, козни, обман: всѣ(х) же. и вы б҃онаѹчении. ѥлико же аще на съвѣтникы насъ пребывающи(х). облужени˫а мирадеръжительства вѣка сего. начинающе ѿ ц҃рѧ всѣхъ и владыкы б҃а по показанию добры(х) дѣлъ. (ἐκ τῆς… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
συχνός — ή, ό / συχνός, ή, όν, ΝΜΑ, και ιδιωμ. τ. συχνιός, ά, ό, Ν 1. αυτός που γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αυτός που επαναλαμβάνεται πολλές φορές, αλλεπάλληλος (α. «μάς κάνει συχνές επισκέψεις τον τελευταίο καιρό» β. «μάλα γε συχνὸν εἶδος»,… … Dictionary of Greek